- ὀχληροί
- ὀχληρόςtroublesomemasc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
CANES occidendi mos — in ortu Caniculae, quod hoc sidus eos in rabiem agat, apud Romanos viguit, uti docet ex Graeco auctore Salmas. Ο῎τι ρῇ ορὶ Βιββὠν Αζ῾γιζςτὠβ ἀνήρουν ἀκωλύτως εν Π῾ώμῃ τοὺς κύνας εἰς τιμην` τῶ χηνῶν, ὅτι τὸ καπετώλιον οἱ μὲν κύνες προέδωκαν… … Hofmann J. Lexicon universale
κώδων — και κώδωνας, ο (AM κώδων, ωνος, Μ και κούδων) μεταλλικό κοίλο όργανο, με ανομοιογενές πάχος, σε σχήμα κόλουρου κώνου, που αναδίδει παλμώδη ήχο όταν χτυπά στα τοιχώματά του γλωσσίδι ή ρόπτρο, το κουδούνι (α. «κι ευήχων κωδώνων ρυθμός πληροί τον… … Dictionary of Greek